οξυουρίαση

οξυουρίαση
(Ιατρ.). Παρασιτική νόσος, που οφείλεται στην ύπαρξη οξύουρου στο έντερο του ανθρώπου. Παρατηρείται σε όλες τις ηλικίες αλλά περισσότερο προσβάλλει τα παιδιά. Το κύριο χαρακτηριστικό της νόσου είναι η χρόνια φλεγμονή του βλεννογόνου του ορθού και του πρωκτού, που επιπλέον προκαλεί φαγούρα. Η οξυουρίαση συνοδεύεται από διάρροια, ναυτία και μερικές φορές από εμετό. Όχι σπάνια, οι ο. εισδύουν στο τοίχωμα της σκωληκοειδούς απόφυσης και προκαλούν έτσι σκωληκοειδίτιδα.
* * *
η
(ιατρ.-κτην.) παρασιτική νόσος που οφείλεται στην παρουσία τού νηματώδους σκώληκα Enterobius vermicularis στα έντερα τού ανθρώπου αλλά και άλλων θηλαστικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. oxyuriasis (< οξυουρίς + -ίαση*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ελμινθίαση — Παρασιτική μόλυνση του οργανισμού από έλμινθες (βλ. λ.), δηλαδή σκουλήκια που ανήκουν στην τάξη των τρηματωδών, των κεστωδών, των νηματωδών και των ακανθοκεφάλων. Στον άνθρωπο μπορεί το σκουλήκι να βρίσκεται είτε με τη μορφή τέλειου σκουληκιού… …   Dictionary of Greek

  • οξυουρίς — η, και οξύουρος, ο ζωολ. γένος νηματωδών παρασιτικών σκωλήκων τής τάξης οξύουροι, που προκαλούν την οξυουρίαση, αλλ. εντερόβιος. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. oxyuris (< οξυ * + ουρίς < ουρά). Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Θ.… …   Dictionary of Greek

  • οξύουροι — οι ζωολ. τάξη φασμιδίων νηματωδών σκωλήκων, τυπικός αντιπρόσωπος τής οποίας είναι το γένος οξυουρίς ή οξύουρος ή εντερόβιος, που ζει παρασιτικά στο έντερο τού ανθρώπου και άλλων θηλαστικών και προκαλεί την παρασίτωση οξυουρίαση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”